- φορμάικα
- ηχαρτί που μουσκεύτηκε με ρητίνη φαινόλης - φορμαλδεΰδης και που η επιφάνειά του έχει επένδυση με τεχνητή ρητίνη.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φορμάικα — η, Ν χαρτί εμποτισμένο με ρητίνη φαινόλης φορμαλδεΰδης τού οποίου η επιφάνεια είναι επενδεδυμένη με τεχνητή ρητίνη και το οποίο χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. formica, εμπορική ονομασία] … Dictionary of Greek
έπιπλο — Κινητή ξύλινη ή μεταλλική κατασκευή ποικίλων χρήσεων. Η ιστορία των ε. είναι τόσο παλιά όσο σχεδόν ο κόσμος. Αν όμως το έ. εξεταστεί όχι μόνο από την πλευρά της χρησιμότητας αλλά και του διακοσμητικού χαρακτήρα του, η πραγματική ιστορική αρχή του … Dictionary of Greek
μελαμίνη ή κυανουραμίδιο — Χημικό προϊόν μεγάλου βιομηχανικού ενδιαφέροντος, το οποίο αποτελεί το τριαμίδιο του κυανουρικού οξέος. Πρόκειται για λευκή κρυσταλλική ουσία, με βασικό χαρακτήρα και χημικό τύπο C3H6N6· έχει μοριακό βάρος 126 και ειδικό βάρος 1,573. Τήκεται… … Dictionary of Greek